Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ
ΣΤΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
ΤΗΣ ΑΠΟΛΥΤΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΥΠΕΡΑΞΙΑΣ
του Μπάμπη Νίκα
1. Εισαγωγή
Στους καπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς οι κατασταλτικοί σε συναρμογή με τους ιδεολογικούς μηχανισμούς αποτελούν τον κύριο κορμό των μηχανισμών του κράτους.1Διασφαλίζουν τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής εκχέοντας προς το κοινωνικό σώμα τις αναγκαίες ιδεολογικές, πολιτικές και κοινωνικές πρακτικές. Θα επιχειρήσουμε τη διερεύνηση των παραμέτρων που καθορίζουν, μορφοποιούν και επιβάλλουν, στην παρούσα συγκυρία της ταξικής πάλης, την όξυνση της κρατικής καταστολής και την περαιτέρω ποινικοποίηση των ιδεολογικών, πολιτικών και κοινωνικών εναντιώσεων στη θεσμοποιημένη εξουσία. Αντικείμενο άσκησης κάθε πρακτικής που εκπορεύεται από την πολιτική βαθμίδα – βαθμίδα με επίκεντρο το κράτος και τους μηχανισμούς του – είναι η μεταβολή και εμπέδωση του συνολικού ταξικού συσχετισμού δυνάμεων, που η εκάστοτε συγκυρία εξ ορισμού αποτυπώνει, υπέρ της κοινωνικής τάξης ή του συνασπισμού κοινωνικών τάξεων που κατέχουν την πολιτική εξουσία. Αυτή η διαπίστωση εύκολα παρερμηνεύεται από την δεσπόζουσα (στον αντιεξουσιαστικό και ακροαριστερό χώρο) εργαλειακή αντίληψη του κράτους – «το κράτος αποτελεί όργανο της βούλησης της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης» – συσκοτίζοντας το ότι η συγκρότηση και συνάρθρωση των επιπέδων των καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών πραγματοποιείται εντός του πεδίου των ταξικών αντιπαραθέσεων. Η σχετική αυτονόμηση του νομικο-πολιτικού καθώς και του ιδεολογικού επιπέδου (υπερδομή) από το οικονομικό επίπεδο (ενότητα παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής – υποδομή) παραγνωρίζεται, καταλήγοντας στην πρόσληψη του κράτους και των μηχανισμών του ως συμπαγή απόρθητα φρούρια - στεγανά κέντρα εξουσίας που μονοδρομούν το διατακτικό λόγο ·που ακόμα και η θεωρητική τους προσέγγιση απαξιώνεται ως άλλοθι του ρεφορμισμού, ενώ η αντίστοιχη συνάντηση με την υλικότητά τους επαφίεται στο απροσδιόριστο μέλλον ενός κοινωνικού μετασχηματισμού, όπου θα κείτονται αποσαθρωμένοι.
Ωστόσο, αν και το καπιταλιστικό κράτος οριοθετεί το πεδίο των παραγωγικών σχέσεων, 2οργανώνει την αγορά, θεσπίζει τις σχέσεις ιδιοκτησίας, κωδικοποιεί όλες τις μορφές του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, θεσμοποιεί και επιβάλλει την πολιτική κυριαρχία της αστικής τάξης είναι, σε τελευταία ανάλυση, οι ταξικοί αγώνες που κατέχουν το προβάδισμα. Παρ’ ότι ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής και οι κοινωνικοί σχηματισμοί στους οποίους κυριαρχεί, βρίσκονται σε μια σχετικά δομική σταθερότητα, η με μοναδικό τρόπο κάθε φορά συνάρθρωση των αντιφάσεων παράγει την εκάστοτε συγκυρία, ως υποκείμενη ενδεχόμενων μετασχηματισμών. Η συσσώρευση ετερογενών αλληλοαναιρούμενων στοιχείων της κοινωνικής πραγματικότητας συνθέτουν τον εγγενώς ανταγωνιστικό χαρακτήρα της.
Από την άλλη πλευρά, για την αστική νομική ιδεολογία οι αιτιακές σχέσεις μεταξύ των ταξικών συσχετισμών δύναμης και του θεσμικού-νομικού πλαισίου αντιστρέφονται (το αίτιο εκλαμβάνεται ως αιτιατό), θολώνοντας το κοινωνικό τοπίο και εξουδετερώνοντας τις δυνατότητες ανάλυσης - αναγνώρισής του. Οι ταξικές διαφορές και αντιπαραθέσεις, οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, οι διακυμάνσεις της συγκυρίας της πολυεπίπεδης ταξικής πάλης τίθενται στο περιθώριο του γνωστικού ορίζοντα. Το Δίκαιο αποπολιτικοποιείται και αποϊδεολογικοποιείται. Το καπιταλιστικό κράτος - κλειστό σύμπαν εν τέλει καταφέρνει να παραγάγει - ορίσει τα υποκείμενά του ως υποκείμενα τα οποία αυτοαναγνωρίζονται, αποκλειστικά και μόνο, εντός των ορίων που το ίδιο, ως άρχον Υποκείμενο, θέτει. Ο ιδεολογικός αφοπλισμός, η συντριβή του κοινωνικού κινήματος είναι τα παρεπόμενα ... ωστόσο, σε ακατάπαυστη διακύβευση.
2. Η μετατόπιση του νομικού πλαισίου
Για να αναστραφεί η πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους των διάφορων παραγωγικών τομέων των εθνικών κοινωνικών σχηματισμών έχει πριμοδοτηθεί η αλλαγή του συσχετισμού μεταξύ απόλυτης και σχετικής υπεραξίας εις βάρος της δεύτερης, δηλαδή, η μείωση του μεριδίου της εργασίας στον παραγόμενο πλούτο με παράλληλη αύξηση του χρόνου της απασχόλησης. 3Αυτή η επιλογή των δυνάμεων του κεφαλαιακού μπλοκ μεταφράζεται ως τάση για κατάργηση των κοινωνικών κατακτήσεων δεκαετιών, παράγοντας αντίρροπες δυνάμεις από τον κόσμο της εργασίας. Η τρέχουσα αποδυνάμωση της ιδεολογικής ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού (πρόταξη της αυτορρυθμιζόμενης αρμονίας των αγορών, της δεσπόζουσας θέσης των χρηματιστικών λειτουργιών του κεφαλαίου, της απορρύθμισης της αγοράς εργασίας κλπ.) συναρθρούμενη με την αδυναμία των αστικών πολιτικών δυνάμεων να υποδείξουν ένα νέο πολιτικό σχέδιο, ευνοεί την προοπτική εκκίνησης εξεγερσιακών κοινωνικών διαδικασιών.
Ως εκ τούτου, την τελευταία δεκαετία διαπιστώνεται η σταδιακή επίταση της προσπάθειας για αναβάθμιση της θέσης των κρατικών κατασταλτικών μηχανισμών που εμπλέκονται σε επιχειρήσεις τήρησης της δημόσιας τάξης, δηλαδή επιχειρήσεις εσωτερικής καταστολής. Θα αναφερθούμε, με χρονολογική σειρά, σε κάποιες αλλαγές του σχετικού νομικού πλαισίου στον ελλαδικό χώρο:
- Ν. 2514/1997. Κύρωση της Σύμβασης Σένγκεν η οποία περιλαμβάνει δίκτυο καταγραφής και αποθήκευσης προσωπικών στοιχείων για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών και το οποίο χειρίζεται η Europol .
- Ν. 2928/2001. Εισάγει την έννοια της τρομοκρατικής οργάνωσης, τη διεύρυνση της ειδικής αντιμετώπισης ποινικών αδικημάτων και έναν διεσταλμένο και αυθαίρετο ορισμό της τρομοκρατίας.
- Ν. 3169/2003. Ρυθμίσεις θεμάτων σχετικών με την οπλοχρησία των αστυνομικών (κυρίως το άρθρο 3).
- Ν. 3251/2004. Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης: καθιερώνεται η αρχή της συλλογικής ευθύνης, επεκτείνονται οι μηχανισμοί καταγραφής συνδιαλέξεων, στοιχείων DNA κλπ
- Ν. 2225/1994 (και η τροποποίησή του με το νόμο 3115/2003 και το Π.Δ. 47/2005), με τα οποία μπορεί να παρακολουθούνται για αόριστη χρονική διάρκεια τα τηλέφωνα και οι επικοινωνίες αόριστου αριθμού προσώπων.
- Ν. 3366/2005. Καθιέρωση του θεσμού των « Εφέδρων Υψηλής Ετοιμότητας».
- Ν. 3471/2006, που ενσωματώνει την οδηγία 2002/58 της Ευρωπαϊκής Ένωσης: επιτρέπει την καταγραφή των στοιχείων της κίνησης όλων των κλήσεων και επικοινωνιών.
- Π.Δ. 107/2007. Διεύρυνση του πεδίου δράσης της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας.
- (2007). Το Συμβούλιο της Επικρατείας νομιμοποιεί την ελεύθερη παρακολούθηση (με κάμερες του συστήματος C 4I ) των διαδηλώσεων, συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας και πορειών.
- Ν. 3648/2008, άρθρο 35. « Ρυθμίσεις θεμάτων αναπήρων πολέμου, προσωπικού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και άλλες διατάξεις»: Αυξάνει τον αριθμό των επαγγελματιών οπλιτών από 25 σε 40 χιλιάδες.
- Ν. 3649/2008. Διεύρυνση των εξουσιών της ΕΥΠ.
- Ν. 3663/2008. Ευρωπαϊκή Ομάδα Δικαστικής Συνεργασίας (Eurojust ). Οι κοινές ομάδες έρευνας από διαφορετικές χώρες θα μπορούν να ασκούν ενέργειες για ποινικές υποθέσεις.
- Ν. 3770/2009. « Κύρωση του Πρωτοκόλλου στη Συνθήκη περί αμοιβαίας εκδόσεως εγκληματιών μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής[...]» και ν. 3771/2009 « Κύρωση του Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης [...] ».
- Ν. 3800/2009. « Κύρωση Διακανονισμού μεταξύ της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας και του Κέντρου Ελέγχου Τρομοκρατών των ΗΠΑ για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τρομοκρατικές πράξεις και της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των ΗΠΑ σχετικά με την ενίσχυση της συνεργασίας για την πρόληψη και καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος».
- Ν. 3772/2009, άρθρο 48. Διοικητική απέλαση αλλοδαπού και κράτηση - κυρώσεις.
- Ν. 3772/2009, άρθρο 25. Η διάταξη για τις «κουκούλες».
- Ν. 3783/2009 « Ταυτοποίηση των κατόχων και χρηστών εξοπλισμού και υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας και άλλες διατάξεις». Αφορά, επίσης, τράπεζα DNA , κάμερες, κλπ.
- Ν. 3806/2009. « Κύρωση του Μνημονίου Κατανόησης μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Ανώτατου Στρατηγείου Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης, σχετικά με την παροχή Υποστήριξης Φιλοξενούντος Έθνους, κατά τη διάρκεια ασκήσεων/ επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ».
- Π.Δ. 81/2009. Αφορά τον τρόπο χορήγησης ασύλου στους πρόσφυγες.
-(2010). Ενεργοποίηση του θεσμού του « αστυνομικού της γειτονιάς».
- Ν. 3875/2010. « Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος και των τριών πρωτοκόλλων αυτής και συναφείς διατάξεις», όπου περιλαμβάνεται και τροποποίηση των αντιτρομοκρατικών ν. 2928/2001 και 3251/2004.
3. Γενικές στοχεύσεις των μεταβολών
Η ενίσχυση της κατασταλτικής λειτουργίας του αστικού κράτους έχει κυρίως προληπτικό χαρακτήρα. Συνιστά νομική, οργανωτική και υλικοτεχνική προπαρασκευή ενόψει της εντεινόμενης επίθεσης του κεφαλαίου στο βιοτικό επίπεδο και τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζόμενων τάξεων. Βασικό μέλημα της ιθύνουσας τάξης αποτελεί η μη μετατροπή της οικονομικής κρίσης σε πολιτική κρίση. Οι κατασταλτικές και ιδεολογικές λειτουργίες του κράτους, οι συνταγματικοί και πολιτικοί θεσμοί αναπροσδιορίζονται με βάση αυτό το ζητούμενο ·οικοδομείται το απαιτούμενο νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να ελεγχθεί η άμεση όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων η οποία ενδεχομένως να οδηγήσει σε υπονόμευση της ίδιας της ύπαρξης του αστικού κράτους.
Η ιστορική εμπειρία έχει δείξει ότι σε συνθήκες οξυμένης αμφισβήτησης της αστικής πολιτικής εξουσίας αξιοποιείται τόσο η νομοθεσία και το «καθεστώς έκτακτης ανάγκης» (βλ. άρθρο 48 του ελληνικού Συντάγματος 4) όσο και η κατάλυση της αστικής δημοκρατίας υπέρ δικτατορικών μορφών διακυβέρνησης που, σε τέτοιες συνθήκες, είναι περισσότερο αποτελεσματικές. Το «καθεστώς έκτακτης ανάγκης» χρησιμοποιήθηκε επίμονα την περίοδο του Μεσοπολέμου, αλλά και στις αρχές της δεκαετίας του 1950, αποτελώντας κάτι σαν ενδιάμεσο πολιτειακό καθεστώς μεταξύ αστικής δημοκρατίας και δικτατορίας, ενώ στη συνέχεια περιέπιπτε σε αδράνεια καθώς με την άμβλυνση των κοινωνικών συγκρούσεων εξέλειπαν οι λόγοι που καθιστούσαν αναγκαία τη χρήση του. 5
Στο σύγχρονο πλέγμα των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών αναδύονται νέες μορφέςκαθεστώτοςέκτακτης ανάγκης. Αν και άλλοτε ρητά, 6άλλοτε υπόρρητα γίνεται αναφορά από τις κυρίαρχες ελίτ στον παρεμφερή και πιο ήπιο όρο « κατάστασηέκτακτης ανάγκης», ο οποίος όμως σχεδόν πάντοτε σχετίζεται με την κρίση των δημόσιων οικονομικών που οφείλει, σύμφωνα με το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, να αποσοβηθεί ενώ ουδέποτε σχετίζεται με την κρίση της εργασίας.7Χαρακτηριστικό παράδειγμα των νέων μορφών καθεστώτος έκτακτης ανάγκης αποτελεί η διακρατική συνεργασία για την καταστολή. Έτσι, στη λεγόμενη «ρήτρα αλληλεγγύης» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 222 της «Ενοποιημένης απόδοσης της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (Συνθήκη της Λισαβόνας) προβλέπεται η δυνατότητα επέμβασης των στρατιωτικών δυνάμεων της ΕΕ στο εσωτερικό των κρατών μελών της για «την πρόληψη τρομοκρατικής απειλής στο έδαφος των κρατών μελών», «την προστασία των δημοκρατικών θεσμών και του άμαχου πληθυσμού από ενδεχόμενη τρομοκρατική επίθεση», «την παροχή συνδρομής σε κράτος μέλος στο έδαφός του, μετά από αίτηση των πολιτικών του αρχών, σε περίπτωση τρομοκρατικής επίθεσης». 8
Η νέα διακρατική μορφή επιβολής του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης συνδέεται με την αντιτρομοκρατική νομοθεσία η οποία εισάγει έναν διευρυμένο και αυθαίρετο ορισμό της τρομοκρατίας. «Η έννοια της τρομοκρατίας ανήκει στην κατηγορία των αόριστων εννοιών και ιδιαίτερα των αξιολογικών αόριστων εννοιών. Η αοριστία της έννοιας ανάγεται κατ’ αρχήν στην πολυσημία της και επιτείνεται από την απουσία συμφωνίας για το ακριβές περιεχόμενο και την έκτασή της. Ιδιαίτερα στη θεωρία (τόσο τη νομική όσο και την κοινωνικοπολιτική) απουσιάζει μια συνεκτική διυποκειμενική θεώρηση και ένας σχετικά ενιαίος προσδιορισμός του φαινομένου». 9Η υιοθέτηση αόριστων εννοιών, το συγκεχυμένο των ποινικών διατάξεων, ο κολασμός πράξεων που ανήκουν στη σφαίρα της προπαρασκευής, τα εγκλήματα αφηρημένης διακινδύνευσης, 10η τιμώρηση της απρόσφορης απόπειρας είναι στοιχεία που απαντώνται στα ποινικά συστήματα των αστικών δημοκρατιών, αποτελώντας όψεις της ποινικοποίησης του φρονήματος. Στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα τέτοια συγγενή στοιχεία δίωξης του φρονήματος είναι:
- Άρθρο 181 ΠΚ. «Προσβολή συμβόλων του ελληνικού Κράτους. Όποιος, για να εκδηλώσει μίσος ή περιφρόνηση, αφαιρεί, καταστρέφει, παραμορφώνει, ή ρυπαίνει την επίσημη σημαία του Κράτους ή έμβλημα της κυριαρχίας του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών».
- Άρθρο 183 ΠΚ. «Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει δημόσια σε απείθεια κατά των νόμων ή των διαταγμάτων ή εναντίον άλλων νόμιμων διαταγών της αρχής τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών».
- Άρθρο 184 ΠΚ. «Όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξη κακουργήματος ή πλημμελήματος τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών».
- Άρθρο 185 ΠΚ. «Όποιος εγκωμιάζει δημόσια και με οποιονδήποτε τρόπο έγκλημα που διαπράχθηκε και έτσι εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών».
- Άρθρο 186 ΠΚ. «Πρόκληση και προσφορά για την εκτέλεση κακουργήματος ή πλημμελήματος [...]».
- Άρθρο 191 ΠΚ. «1. Σε φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και σε χρηματική ποινή καταδικάζεται όποιος διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις ή φήμες ικανές να επιφέρουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να ταράξουν τη δημόσια πίστη ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στο εθνικό νόμισμα ή στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας ή να επιφέρουν διαταραχή στις διεθνείς σχέσεις της χώρας [...] 2. Όποιος από αμέλεια γίνεται υπαίτιος κάποιας από τις πράξεις της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή».
Η ποινικοποίηση των ιδεών που ενδέχεται να αμφισβητήσουν την κοινωνικο-οικονομική και πολιτική τάξη πραγμάτων, πάντοτε υπήρχε στις αστικές δημοκρατίες έστω και σε υποτυπώδη μορφή. Στοιχεία ποινικοποίησης του φρονήματος ενδημούν στο καπιταλιστικό νομικό εποικοδόμημα και πριν την έλευση της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας. Η συχνότητα προσφυγής των κατασταλτικών μηχανισμών σε αυτά τα στοιχεία καθορίζεται κυρίως από τον εσωτερικό, αλλά και το διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Η νομολογία των δικαστηρίων και η επιστημονική νομική ερμηνεία των διατάξεων αυτού του είδους, καταλήγουν ενίοτε στον περιορισμό της εφαρμογής τους ή ακόμα και στη μερική ή προσωρινή ανενέργειά τους.
Η αναβάθμιση της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας και η διευρυνόμενη ποινικοποίηση των ριζοσπαστικών ιδεών εντάσσονται στο πλαίσιο της γενικότερης ενίσχυσης της κατασταλτικής λειτουργίας του αστικού κράτους: «Η όξυνση των ταξικών ανισοτήτων και η μετάβαση σε μορφές “ολοκληρωτικής διακυβέρνησης” προϋποθέτουν μία συνεχή προσφυγή σε μορφές “έκτακτης ανάγκης”. Πλέον αυτές δε χρειάζεται να προσλάβουν τη μορφή της δικτατορίας ή του “στρατιωτικού νόμου” και της “κατάστασης πολιορκίας”. Πρόκειται ιδίως για μία “έκτακτη ομαλότητα” με διατήρηση των βασικών συνταγματικών μορφών. Η “αντιτρομοκρατία” αποτελεί τον προπομπό αλλά και το βασικό όχημα προς αυτόν το μετασχηματισμό. Μέσα από αυτήν δεν οχυρώνεται απλώς η αστική εξουσία απέναντι σε επαπειλούμενες πολιτικές εντάσεις αλλά και κοινωνικές εκρήξεις. Αλλάζει τις ίδιες της τις παραστάσεις και τον τρόπο θέασης για τον εαυτό της και τον τρόπο διοίκησης της κοινωνίας». 11
Η στρατηγική της αστικής πολιτικής εξουσίας να διατηρεί τις βασικές συνταγματικές μορφές, την πριμοδοτεί με τη δυνατότητα βίαιης καταστολής χωρίς να είναι αναγκασμένη να φτάσει στα άκρα της αστικής νομιμότητας. Ωστόσο, παρ’ όλες αυτές τις επαναοριοθετήσεις, επανεκτιμήσεις και αναπροσαρμογές η βαρύνουσα σημασία του σκληρού πυρήνα των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους, ήτοι του στρατού ως όπλου εσχάτης ανάγκης της εξουσίας, παραμένει. Στις ιστορικές φάσεις κατά τις οποίες οι ταξικές αντιπαραθέσεις δεν είναι ιδιαίτερα τεταμένες, η καταστατικά προβλεπόμενη καταστολή και τήρηση της δημόσιας τάξης ανατίθεται στις αστυνομικές δυνάμεις. Οι στρατιωτικές δυνάμεις, με τον βαρύτερο οπλισμό τους χρησιμοποιούνται μόνο όταν η βιαιότητα των κοινωνικών συγκρούσεων παρεκκλίνει από τα συνήθη όρια αποσταθεροποιώντας το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα. Το άρθρο 48 του Συντάγματος (ό.π.) και ο νόμος 566/1977, «Περί καταστάσεως πολιορκίας» προβλέπουν τις αναγκαίες μεταβιβάσεις των εξουσιών καθώς και μια σειρά μέτρων ωμής καταστολής. Συγκεκριμένα:
Ν. 566/1977, άρθρο 2. «Αι εξουσίαι των πολιτικών αρχών αι αναγόμεναι εις την προστασίαν της ασφαλείας του Κράτους, την τήρησιν της τάξεως και την αστυνομίαν αναλαμβάνονται και ασκούνται υπό της στρατιωτικής αρχής καθ’ ο μέτρον ήθελε θεωρηθή υπό ταύτης αναγκαίον».
Άρθρο 3. «Η στρατιωτική αρχή, εφ` όσον έχει ανασταλή η ισχύς των αντιστοίχων διατάξεων του Συντάγματος, έχει ιδίως το δικαίωμα: α) να ενεργή κατ` οίκον ερεύνας κατά την ημέραν και την νύκτα άνευ παρουσίας εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας, β) να απομακρύνη πάντα ύποπτον διαταράξεως της δημοσίας τάξεως εκ του τόπου της διαμονής του, να απαγορεύη την εξ αυτού απομάκρυνσίν του ή να επιβάλλη την υποχρεωτικήν διαμονήν του εις ωρισμένον τόπον, γ) να ενεργή πάσαν πράξιν σκοπούσαν την άμυναν και την ασφάλειαν της χώρας ή την τήρησιν της δημοσίας τάξεως, προς
τούτο δε να προβαίνη εις συλλήψεις και άνευ δικαστικού εντάλματος, δ) να διατάσση
την παράδοσιν των όπλων και εφοδίων και να προβαίνη εις αναζήτησιν και αφαίρεσιν αυτών, ε) να απαγορεύη και να διαλύη οιανδήποτε συνάθροισιν, στ) να διαλύη σωματεία και ενώσεις προσώπων μη κερδοσκοποπικού σκοπού, ζ) να απαγορεύη την ανακοίνωσιν ή δημοσίευσιν πληροφοριών καθ’ οιονδήποτε τρόπον και διά του Τύπου και να προβαίνη εις κατάσχεσιν εφημερίδων και άλλων εντύπων είτε προ της κυκλοφορίας των είτε μετ’ αυτήν ως και να απαγορεύη έκδοσιν εφημερίδων εφ’ ωρισμένον χρόνον, η) ν’ απαγορεύη την άσκησιν του δικαιώματος της απεργίας».
Οι τρέχουσες μεταβολές του νομικού πλαισίου συναρτώνται με το ήδη υπάρχον νομικό εποικοδόμημα χωρίς να χάνουν ούτε στο ελάχιστο από τον οπτικό τους ορίζοντα τον θεμελιώδη στόχο που είναι η διασφάλιση της σταθερότητας της αστικής πολιτικής εξουσίας και γενικότερα των κεφαλαιοκρατικών κοινωνικών σχέσεων. Το νέο αποτελεί συνέχεια του παλαιού, προσαρμοζόμενο στις επιστημονικο-τεχνικές εξελίξεις, τη συνολική καπιταλιστική κρίση (κρίση του κεφαλαίου, των δημόσιων οικονομικών και της εργασίας), την εξεγερσιακή δυναμική των υποτελών κοινωνικών τάξεων - μερίδων τάξεων - κοινωνικών ομάδων, τη σύνθετη και αντιφατική κοινωνική πραγματικότητα.
Από το «Ιδιώνυμο» του Ελευθέριου Βενιζέλου (ν. 4229/1929, «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας της ελευθερίας των πολιτών» 12), τις «δηλώσεις μετανοίας»13και τα « πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων» του Ιωάννη Μεταξά, τις καταδίκες και εκτελέσεις των «δρώντων αντεθνικώς» από τα στρατοδικεία βάσει του Α.Ν. 509/1947, μέχρι τη σύγχρονη αντιτρομοκρατική νομοθεσία, η ταξική καταστολή συντελείται, μετατοπιζόμενη, σε αντιστοιχία με τη συγκυρία της ταξικής πάλης, άλλοτε προς ήπιες μορφές συμβολικής ή πραγματικής βίας και άλλοτε προς μορφές άγριας, ωμής βίας. Όλα δείχνουν πως στην περίοδο που διανύουμε επικρατούν οι δεύτερες.
4. Η «ισορροπία» μεταξύ βίας και συναίνεσης
Σε περιόδους ανόδου και σχετικής σταθεροποίησης της κεφαλαιακής κερδοφορίας, προβάλλει η δυνατότητα μιας διακυβέρνησης «σοσιαλδημοκρατικού τύπου» κατά την οποία το κράτος παρεμβαίνει εμπρόθετα και συστηματικά στην οικονομία με μεγάλης κλίμακας επενδύσεις, κυρίως στους βασικούς πυλώνες που συμβάλλουν στην αναπαραγωγή του όλου συστήματος (ενέργεια, έργα υποδομής, επικοινωνίες), ενώ ταυτόχρονα αναπτύσσεται ως «κοινωνικό κράτος», οικοδομώντας μια σειρά από κοινωνικούς θεσμούς ή διευρύνοντας προϋπάρχοντες, στους τομείς της υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης και της εκπαίδευσης · η οικονομική και πολιτική συγκυρία (ο συνολικός ταξικός συσχετισμός δυνάμεων) παράγει τη δυνατότητα « μιας διακυβέρνησης που βασικός άξονάς της είναι η κοινωνική εξειρήνευση με “όπλο” την ικανοποίηση ορισμένων – μη ανατρεπτικών – εργατικών και λαϊκών διεκδικήσεων». 14Σε αυτές τις συνθήκες τ ο ειδικό βάρος του ζεύγους καταστολή-συναίνεση (πυγμή-πειθώ) μετατοπίζεται προς τον δεύτερο όρο, ο οποίος συνδέεται με τη λειτουργία των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους.
Το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο, αξιοποιώντας τα οικονομικά εργαλεία του Κέυνς, προτάχθηκε μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου ως συνταγή για την πραγματοποίηση της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης, ως απόκριση του «συλλογικού κεφαλαιοκράτη» στα αιτήματα του εργατικού κινήματος και ως ιδεολογική αντίστιξη της αναπτυγμένης καπιταλιστικής Δύσης στο σοβιετικό «κομμουνισμό».
Πρόκειται, επομένως, για ένα σύνολο παραγόντων που συνετέλεσαν στη δυνατότητα εφαρμογής του σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οι δυνάμεις του κεφαλαιακού μπλοκ εξουσίας και τότε (1945-1974), δεν κινήθηκαν γραμμικά, ως μονολιθικό-συμπαγές συγκρότημα με σκοπό την επιβολή κάποιας ενιαίας και αδιαίρετης ταξικής βούλησης προς τις υποτελείς κοινωνικές τάξεις, χρησιμοποιώντας το κράτος και τους μηχανισμούς του ως «εργαλείο» - εντολοδόχο εκτελεστικό όργανό τους. Μέσα από ενδοαστικές αντιθέσεις, συμμαχίες με κοινωνικές τάξεις (παραδοσιακή - νέα μικροαστική τάξη) ή μερίδες τάξεων-στηριγμάτων της κεφαλαιοκρατικής εξουσίας, επιλεκτικές συμμαχίες ακόμα και μερίδων της αστικής τάξης με μερίδες της εργατικής τάξης, επανεκτιμήσεις και διορθωτικές κινήσεις κοινωνικής ανάδρασης που παρήγαγαν διαρκώς νέες ρήξεις και συμμαχίες, τη μετατόπιση του κέντρου της κρατικής εξουσίας προς μηχανισμούς εντός των οποίων οι συσχετισμοί δυνάμεων ευνοούσαν την ηγεμονική μερίδα του κυρίαρχου μπλοκ, η συγκυρία κατέτεινε στη διαμόρφωση των όρων που καθιστούσαν αναγκαία τη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση. «Ο μεταπολεμικός “καπιταλισμός της σχετικής υπεραξίας” σταθεροποιεί, λοιπόν, αν το πούμε εντελώς σχηματικά, τις κοινωνικές σχέσεις εξουσίας μέσα από μια “ισόρροπη” χρήση τόσο των λειτουργιών της κοινωνικής συναίνεσης και ιδεολογικής υπαγωγής όσο και των λειτουργιών της “έννομης” καταστολής». 15
Η αποτελεσματικότητα της σοσιαλδημοκρατίας και η συναποδοχή των «κοινωνικών εταίρων» που λάμβανε χώρα, κλονίζονται σταδιακά με τις πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και 1979, την υποχώρηση του εργατικού κινήματος τη δεκαετία του ’80 και την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην ανατολική Ευρώπη και την πρώην ΕΣΣΔ τα έτη 1989-92. Έτσι, βαθμιαία αίρονται το λαϊκό έρεισμα, η επιχειρηματική ευπραγία και το αντίπαλο δέος αντίστοιχα, ως παράγοντες που προσέδιδαν στο σοσιαλδημοκρατικό πολιτικό πρόγραμμα το χαρακτήρα ενός ηγεμονικού σχεδίου, δηλαδή ενός σχεδίου που προέβαλλε το ιδιαίτερο συμφέρον μιας κοινωνικής τάξης και των συμμάχων της ως το συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας.
Εκκινώντας από τη Μεγάλη Βρετανία το 1979, το νεοφιλελεύθερο μοντέλο διακυβέρνησης αναγορεύεται ως ο προσφορότερος διάδοχος του κεϋνσιανού αντίστοιχου, και δη με αξιώσεις αιώνιας επιστημονικής αρχής. Το κράτος «αποσύρεται» πλέον από την οικονομία και την κοινωνική πρόνοια, ενώ «οι δυνάμεις της αγοράς» αφήνονται «ελεύθερες» να αυτορυθμιστούν ακολουθώντας το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. 16Το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα αναδεικνύει μεθοδικά ένα κράτος «μικρό», όσον αφορά τις προνοιακές λειτουργίες του, αλλά «ισχυρό» όσον αφορά τις κατασταλτικές λειτουργίες του · κράτος το οποίο είναι σε θέση να συντάσσει και να επιβάλλει το σύνολο των γενικών (νομικών και πολιτικών) κανόνων, που ενισχύουν τον ανταγωνισμό σε όλες τις σφαίρες της κοινωνίας, διασφαλίζοντας τους όρους αναπαραγωγής των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής.
Αν και ο συσχετισμός μεταξύ κρατικής καταστολής και κοινωνικής συναίνεσης - υπαγωγής των κυριαρχούμενων τάξεων στην ιδεολογία των κυρίαρχων ιστορικά μεταβάλλεται σε συνάρτηση με την εκάστοτε έμφαση στις μεθόδους αύξησης της εκμετάλλευσης, δηλαδή σε αντιστοιχία το συσχετισμό μεταξύ απόλυτης και σχετικής υπεραξίας (συνάρθρωση του πολιτικού με το οικονομικό επίπεδο), η συνολική κατασταλτική (με την στενή έννοια του όρου) ισχύς του αστικού κράτους παραμένει διαχρονικά σχετικά σταθερή, καταμεριζόμενη ανάμεσα στους αντίστοιχους μηχανισμούς του (στρατός, αστυνομία, Δικαιοσύνη - σωφρονιστικό σύστημα). Ενώ στον «καπιταλισμό της απόλυτης υπεραξίας» του 19ου αιώνα (του λεγόμενου «ανταγωνιστικού καπιταλισμού») μια μαχητική εργατική διαδήλωση αντιμετωπίζονταν με τακτικά τμήματα του στρατού που πυροβολούσαν ανελέητα με συμβατικά πυρά εναντίον των εργατών, στον «καπιταλισμό της σχετικής υπεραξίας» του 20ού και 21ου αιώνα οι ειδικές αστυνομικές δυνάμεις διεκπεραιώνουν πλήρως τις αντίστοιχες λειτουργίες διάλυσης (με ηπιότερα μέσα όπως δακρυγόνα, πλαστικές σφαίρες, κλπ.) των κινητοποιήσεων οποιωνδήποτε συλλογικοτήτων ξεπερνούν τα όρια της «έννομης τάξης». Εντούτοις, καθώς «επιστρέφουν» με τρόπο ηγεμονικό οι λογικές και οι μέθοδοι της «απόλυτης υπεραξίας» (περικοπή του μισθού και του «κοινωνικού μισθού», ενίσχυση του εργοδοτικού δικαιώματος και του δεσποτισμού της επιχείρησης, παράταση του χρόνου εργασίας και εντατικοποίηση της δουλειάς, κατάργηση κοινωνικών δικαιωμάτων και ελαστικοποίηση της εργασίας), γεννιέται όλο και περισσότερο η ανάγκη για εντατικότερη και «στοχευμένη» καταστολή. Πληθώρα κατασταλτικών μηχανισμών στρατιωτικού τύπου εξειδικεύονται στον εντοπισμό και την εξουδετέρωση του «εσωτερικού εχθρού», αυτού που απειλεί την «ευταξία». Πεζές και εποχούμενες περιπολίες, ομάδες ΔΙΑΣ και ΔΕΛΤΑ, Μονάδες Αποκατάστασης Τάξης (ΜΑΤ), Ομάδες Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος (ΟΠΚΕ), Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα (ΕΚΑΜ), ειδικοί φρουροί, κλπ.
1 «Ανάλογα με τις μορφές του κράτους και του καθεστώτος κι ανάλογα με τις φάσεις αναπαραγωγής του καπιταλισμού, ορισμένοι μηχανισμοί μπορούν να περνούν από μια σφαίρα σε άλλη, να συσσωρεύουν ή να ανταλλάσσουν λειτουργίες :χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο στρατός που σε ορισμένες μορφές στρατιωτικής δικτατορίας γίνεται απευθείας ένας ιδεολογικός-οργανωτικός μηχανισμός που λειτουργεί κυρίως σαν πολιτικό κόμμα της αστικής τάξης» Ν. Πουλαντζάς, Το κράτος η εξουσία ο σοσιαλισμός, μετ. Γ. Κρητικός, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 2008, σ. 47.
2 «Με τις σχέσεις παραγωγής οι ανταγωνιστικές τάξεις είναι ήδη παρούσες στην παραγωγική διαδικασία. Μέσα στον ταξικό αυτό συσχετισμό αντιμαχόμενων συμφερόντων, μπαίνουν τα θεμέλια της πάλης των τάξεων : η ταξική πάλη είναι κυριολεκτικά ριζωμένη μέσα στην ίδια την παραγωγή» Λ. Αλτουσέρ, Θέσεις(1964-1975), μετ. Ξ. Γιαταγάνας, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1994, σ. 66.
3 Βλ. Σ. Σακελλαρόπουλος, «Ελλάδα 2010: Η επίθεση του κεφαλαίου», Θέσειςτ. 112.
4 Άρθρο 48, παρ.1 «Σε περίπτωση πολέμου, επιστράτευσης εξαιτίας εξωτερικών κινδύνων ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, καθώς και αν εκδηλωθεί ένοπλο κίνημα για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος, η Βουλή, με απόφασή της, που λαμβάνεται ύστερα από πρόταση της Κυβέρνησης, θέτει σε εφαρμογή, σε ολόκληρη την Επικράτεια ή σε τμήμα της, το νόμο για την κατάσταση πολιορκίας, συνιστά εξαιρετικά δικαστήρια και αναστέλλει την ισχύ του συνόλου ή μέρους των διατάξεων των άρθρων 5 παράγραφος 4, 6, 8, 9, 11, 12 παράγραφοι 1 έως και 4, 14, 19, 22 παράγραφος 3, 23, 96 παράγραφος 4 και 97. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δημοσιεύει την απόφαση της Βουλής. Με την απόφαση της Βουλής ορίζεται η διάρκεια ισχύος των επιβαλλόμενων μέτρων, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τις δεκαπέντε ημέρες.» Παρατίθεται στη διεύθυνση: http :// www . hellenicparliament . gr / UserFiles /8 c 3 e 9046-78 fb -48 f 4- bd82- bbba 28 ca 1 ef 5/ SYNTAGMA . pdf
5 Βλ. Π. Φουντεδάκη, «Οι ανατροπές της κανονικότητας και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης», περιοδικό Το Σύνταγμα, τ. 4/2007, σσ. 1149 επ.
6 Γ. Προβόπουλος, 24/2/2011: « Η Ελλάδα είναι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και σε ένα είδος πολέμου ανέφερε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, μιλώντας στη Βουλή». Παρατίθεται στη διεύθυνση: http :// portal . kathimerini .gr /4 dcgi /_ w _ articles _ kathbreak _1_24/02/2011_379914
7 « Οι πολιτικές για την άμβλυνση και το ξεπέρασμα της κρίσης του κεφαλαίου, δηλαδή οι πολιτικές που στην πιο ακραία εκδοχή τους προωθεί σήμερα η κυβέρνηση, βαθαίνουν την κρίση της εργασίας. Μέσο για να μη γίνει αντιληπτός ο απροκάλυπτα ταξικός χαρακτήρας τους είναι να παρουσιαστούν ως αναγκαία μέτρα για το ξεπέρασμα της κρίσης των δημόσιων οικονομικών. Τα ιδεολογικά σχήματα για τη χώρα που “κινδυνεύει με αφανισμό” στοχεύουν να αποκρύψουν το απλό γεγονός ότι υπάρχουν προσφορότερες πηγές από την περικοπή μισθών και συντάξεων για να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, και διαφορετικοί τρόποι για να μειωθούν οι δαπάνες από τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους.» Γ. Μηλιός, «Ο αγώνας για την ιδεολογική ηγεμονία αποτελεί προϋπόθεση για μια αντικαπιταλιστική διέξοδο απ' την κρίση», Εντός Εποχής, 6/6/2010.
8 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, « Ενοποιημένη απόδοση της συνθήκης για τη λειτούργια της Ευρωπαϊκής Ένωσης», C 83/148. Παρατίθεται στη διεύθυνση: http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=OJ:C:2010:083:0047:0200:EL:PDF
9 Δ. Μπελαντής, Αντιτρομοκρατική νομοθεσία και αρχή του κράτους δικαίου, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 1997, σ. 178.
10 «Στα εγκλήματα αφηρημένης διακινδύνευσης η πρόκληση κινδύνου δεν περιλαμβάνεται καν στη νομοτυπική μορφή, ούτε ως αποτέλεσμα ούτε ως δυνατότητα» Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, «Η διαβάθμιση του κινδύνου στα εγκλήματα διακινδύνευσης». Παρατίθεται στη διεύθυνση: http://www.law.auth.gr/cnt_staff/kastan_law.auth.gr/106.pdf
11 Δ. Μπελαντής, Αναζητώντας τον «Εσωτερικό Εχθρό». Διαστάσεις της αντιτρομοκρατικής πολιτικής, εκδ. Προσκήνιο, Αθήνα 2004, σ. 58.
12 Ν. 4229/1929, άρθρο 1, «Όστις επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος, ή την απόσπασιν μέρους ή όλου της Επικρατείας, ή ενεργεί υπέρ αυτών προσηλυτισμόν, τιμωρείται με φυλάκισιν τουλάχιστον εξ μηνών. Προς τούτοις επιβάλλεται δια της αποφάσεως και εκτοπισμός ενός μηνός μέχρι δύο ετών εις τόπον εν αυτή οριζόμενον. Με τας αυτάς ποινάς τιμωρείται και όστις, επωφελούμενος απεργίας ή λοκ-άουτ, προκαλεί ταραχάς ή συγκρούσεις».
13 «Ο κάτωθι υπογεγραμμένος [...] δηλώ υπευθύνως ότι ουδέποτε υπήρξα κομμουνιστής ούτε ευρέθην ποτέ εγγεγραμμένος εις ουδεμίαν οργάνωσην κομμουνιστικήν και κατά τας τελευταίας εκλογάς εψήφισα παράταξιν εθνικόφρονα. Ως εκ τούτου ανήκω αποκλειστικώς εις την εθνικόφρωνα παράταξιν και είμαι και παραμένω ακραιφνής Έλλην πολίτης πιστός εις τας εθνικάς παραδόσεις και εις τα ιδανικά της πατρίδος». D . Kontarinis , «Δήλωση μετανοίας». Παρατίθεται στη διεύθυνση: http ://hellascafe .blogspot .com /2010/02/blog -post _20.html
14 Α. Μαυρομάτη, Γ. Μηλιός, «Πολιτική εξουσία, δίκαιο και καταστολή», (2.1. Το ιδεολόγημα του καταστελλόμενου πολίτη), Θέσειςτ. 18, 1988.
15 Ό. π.
16 Βλ . R . Dore , W . Lazonick , M . O 'Sullivan (1999), “Varieties of Capitalism in the Twentieth Century” ,OxfordReviewofEconomicPolicy, 15 (4), σσ. 102-120.
Πηγή:Θέσεις